Μεγαλωμένη στα δυτικά προάστια της Αθήνας, η Ιωάννα αγνοούσε την ύπαρξή τους, μέχρι που η ζωή την έβγαλε λίγο πιο βόρεια, στα Βριλήσσια. Μια δεκαετία και τρεις μετακομίσεις αργότερα, οι φυσητήρες φύλλων είναι αναπόσπαστο μέρος της καθημερινότητάς της.
«Από τα Βριλήσσια στο Μαρούσι κι από εκεί στην Πεύκη, ο θόρυβος γίνεται όλο και πιο συχνός, σχεδόν καθημερινός. Για να μην πούμε για τα Σαββατοκύριακα που ξυπνάμε οικογενειακώς από το βουητό του φυσητήρα. Στο σπίτι όπου μετακομίσαμε πρόσφατα μάλιστα, δεν μας απασχολεί μόνο η φασαρία, αλλά και τα φύλλα και η σκόνη από τη διπλανή πολυκατοικία, που καταλήγουν στα απλωμένα μας ρούχα».
Στο σπίτι όπου μετακομίσαμε πρόσφατα δεν μας απασχολεί μόνο η φασαρία, αλλά και τα φύλλα και η σκόνη από τη διπλανή πολυκατοικία, που καταλήγουν στα απλωμένα μας ρούχα.
Η ίδια διάβασε με μεγάλο ενδιαφέρον την είδηση που έφτασε προ ημερών από τη Ζυρίχη: έξι στους δέκα κατοίκους της μεγαλύτερης πόλης της Ελβετίας ζήτησαν με δημοψήφισμα να καταργηθεί η χρήση των φυσητήρων φύλλων, υποστηρίζοντας ότι δεν είναι απλώς θορυβώδεις αλλά και ότι μεταδίδουν βακτήρια και λεπτά σωματίδια τα οποία συνδέονται με αναπνευστικά και καρδιαγγειακά προβλήματα.
Με την εφαρμογή του νέου μέτρου προβλέπεται πλέον η χρήση αυτών των μηχανημάτων μόνο για τρεις μήνες, από τον Οκτώβριο έως τον Δεκέμβριο. Μάλιστα, σε μια προσπάθεια μείωσης του θορύβου, η πόλη των περίπου 450.000 κατοίκων θα απαγορεύσει τους πετρελαιοκίνητους φυσητήρες και θα επιτρέψει τη χρήση μόνο των αντίστοιχων ηλεκτρικών συσκευών. «Εξαιρετική ιδέα, μήπως να το σκεφτούμε κι εδώ στην Αθήνα;», διερωτάται στην «Κ» η κάτοικος των βορείων προαστίων. Και δεν είναι η μόνη.
Η Αθήνα αδιαφορεί για την ηχορρύπανση
«Ο ήχος διαπερνά τα παράθυρά μας»
Φαίνεται πως αυτά τα μηχανήματα επηρεάζουν αρκετά τις αστικές συνοικίες, εκεί όπου το πράσινο αποτελεί ακόμη στοιχείο της περιοχής. «Ζω σε μια γειτονιά με κήπους και πολλά δέντρα, που σημαίνει ότι η χρήση του φυσητήρα για την απορρόφηση των φύλλων και πευκοβελόνων που πέφτουν στο έδαφος είναι σχεδόν καθημερινή. Από νωρίς το πρωί μέχρι αργά το μεσημέρι, ακόμη και τα Σαββατοκύριακα, αυτός ο ήχος διαπερνά τα παράθυρά μας και μας ενοχλεί», σημειώνει στην «Κ» η Δήμητρα Κωστοπούλου, κάτοικος Αγίας Παρασκευής. «Ενα πρωί βγαίνοντας από το σπίτι, πρόσεξα ότι ένα τέτοιο μηχάνημα είχε σηκώσει πολλή σκόνη από το πεζοδρόμιο και τη μετέφερε παντού. Σκέφτηκα πόσο μεγάλο πρόβλημα μπορεί να προκαλέσει μέσα στην άνοιξη αυτή η σκόνη εάν ανακατεύεται με τη γύρη στον αέρα», προσθέτει η ίδια.
Ο Κωνσταντίνος Γιαβάσογλου, πρόεδρος του Συλλόγου Προστασίας Περιβάλλοντος Φιλοθέης, εξηγεί πως τα τελευταία χρόνια όλο και περισσότεροι κάτοικοι της περιοχής διαμαρτύρονται για τον θόρυβο τον οποίο προκαλούν οι φυσητήρες των φύλλων.
«Δεχόμαστε συχνά πλέον σχόλια κατοίκων της περιοχής, που εκφράζουν την ενόχλησή τους για αυτά τα μηχανήματα, ζητώντας να ληφθούν μέτρα».
«Κάθε μέρα ακούμε τον ίδιο θόρυβο, ειδικά από φυσητήρες που είναι βενζινοκίνητοι. Ακόμη και μέσω του λογαριασμού μας στο Facebook δεχόμαστε συχνά πλέον σχόλια κατοίκων της περιοχής, που εκφράζουν την ενόχλησή τους για αυτά τα μηχανήματα, ζητώντας να ληφθούν μέτρα. Μην ξεχνάτε ότι τα δέντρα της Φιλοθέης είναι κατά βάση φυλλοβόλα και ο όγκος των φύλλων που πέφτει είναι αρκετά μεγάλος», τονίζει ο κ. Γιαβάσογλου στην «Κ», προσθέτοντας πάντως ότι πρώτο μέλημα του συλλόγου είναι να βρεθεί λύση για τα γερασμένα δέντρα της Φιλοθέης, που πέφτουν χωρίς να αντικαθίστανται. «Αυτό οπωσδήποτε αποτελεί προτεραιότητά μας, ωστόσο ακούμε με προσοχή και το θέμα του θορύβου που πρέπει να αντιμετωπιστεί».
Το πρόβλημα αναζητά λύση. Σε δήμους όπως σε αυτόν της Βάρης-Βούλας-Βουλιαγμένης, οι βενζινοκίνητοι φυσητήρες των υψηλών ντεσιμπέλ αντικαταστάθηκαν πριν από τρία χρόνια από ηλεκτρικά μηχανήματα, τα οποία χωρίς να προκαλούν μεγάλη ηχορύπανση είναι εξίσου αποτελεσματικά.
Η υπηρεσία Πρασίνου του Δήμου Βάρης-Βούλας-Βουλιαγμένης χρησιμοποιεί αποκλειστικά ηλεκτρικούς φυσητήρες με στόχο να μειωθεί η ηχορύπανση στην περιοχή.

«Είμαστε από τους πρώτους δήμους της χώρας που οι υπάλληλοι της υπηρεσίας Πρασίνου χρησιμοποιούν, αποκλειστικά, ηλεκτρικά εργαλεία για την περιποίηση και τον καθαρισμό των δημόσιων πάρκων της πόλης μας, γεγονός που έχει οδηγήσει σε μείωση της ηχορύπανσης κατά 70% και στην πλήρη εξάλειψη εκπομπών ρύπων», τονίζει στην «Κ» ο δήμαρχος Βάρης-Βούλας-Βουλιαγμένης, Γρηγόρης Κωνσταντέλος. «Παράλληλα, έχουμε θεσπίσει κανονισμό πόλης που απαγορεύει τη χρήση βενζινοκίνητων μηχανημάτων για τον καθαρισμό ιδιωτικών κήπων, ενώ επενδύουμε συνεχώς σε τεχνολογίες φιλικές προς το περιβάλλον», προσθέτει.
Επιπτώσεις στο αναπνευστικό
Εκτός όμως από τον ενοχλητικό θόρυβο που παράγουν οι παραδοσιακοί φυσητήρες φύλλων, σε ποιο βαθμό η χρήση τους μπορεί να βλάψει τη δημόσια υγεία, όπως ισχυρίζονται οι Ελβετοί; Απευθυνθήκαμε σε τρεις ειδικούς και μας έδωσαν τις απαντήσεις τους.
«Φανταστείτε ότι χρησιμοποιώντας έναν φυσητήρα σηκώνουμε ένα σύννεφο σκόνης από το έδαφος το οποίο κάθε φορά είναι τυχαίο: περιέχει από αλλεργιογόνα και σωματίδια τα οποία έχουν καθίσει πάνω στη ρύπανση μέχρι περιττώματα ζώων και πουλιών. Εκτός από τον ίδιο τον χειριστή, εκείνοι που περνούν από δίπλα ενδέχεται να εκτεθούν σε όλα αυτά. Δεν λέω ότι θα πάθει κανείς έμφραγμα επειδή θα φυσήξει κάποιος τα φύλλα δίπλα του, αλλά εφόσον αυτό γίνεται μόνιμα, μακροπρόθεσμα ενδέχεται να υπάρξει μια έκθεση και να επηρεαστεί το αναπνευστικό σύστημα», εξηγεί στην «Κ» ο Κώστας Κωστίκας, καθηγητής Πνευμονολογίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, σημειώνοντας ότι μεγαλύτερη προσοχή απαιτείται από εκείνους που έχουν κάποια πάθηση στο αναπνευστικό, καθώς μπορεί να επηρεαστούν άμεσα από ένα τέτοιο σύννεφο σκόνης.
Ο ίδιος ωστόσο κάνει σαφές ότι στην περίπτωση των φυσητήρων, η ανακύκλωση της σκόνης και των μικροσωματιδίων στο μικρο-περιβάλλον δεν μπορεί να μετρηθεί με επιστημονικά δεδομένα, όπως συμβαίνει στους ρύπους από τους κινητήρες καύσης.
«Πάντως, θα πρότεινα, εφόσον αισθητικά τουλάχιστον δεν ενοχλούν τόσο πολύ τα πεσμένα φύλλα, να μην τα μαζεύουμε από το χώμα. Το φύλλο δεν είναι ρύπος, είναι κάτι φυσικό που πέφτοντας στο έδαφος απορροφάται», καταλήγει ο καθηγητής.
Απαραίτητα μέτρα προφύλαξης
Την ανάγκη να λαμβάνονται μέτρα προφύλαξης από όσους χρησιμοποιούν τους φυσητήρες επισημαίνει ο Νίκος Μιχαλόπουλος, διευθυντής του Ινστιτούτου Ερευνών Περιβάλλοντος και Βιώσιμης Ανάπτυξης του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών.
«Πιστεύω ότι οι συσκευές αυτές δεν συνεισφέρουν ιδιαίτερα στην ατμοσφαιρική ρύπανση της πόλης, ωστόσο εκείνοι οι οποίοι τις χειρίζονται θα πρέπει να προστατεύονται με μάσκα, καθώς οι τοξικές ενώσεις, τα βακτήρια και οι ιοί, όπως η γρίπη και ο κόβιντ, μεταφέρονται μέσω της επαναιώρησης του χώματος», τονίζει.
Αυτό που γνωρίζουμε τεκμηριωμένα, επιβεβαιώνουν οι επιστήμονες, είναι ότι τα σωματίδια προκαλούν δυσμενείς επιπτώσεις στο καρδιοαναπνευστικό σύστημα είτε βραχυπρόθεσμα -έπειτα από μικρή έκθεση σε μεγάλο επίπεδο- είτε μακροπρόθεσμα, οπότε οι συνέπειες είναι ακόμη πιο μεγάλες.
«Τα μεγαλύτερα σωματίδια συνήθως κατακρατούνται στη ρινική κοιλότητα. Τα μικρότερα εισέρχονται στο κάτω αναπνευστικό και από εκεί μέσω του κυκλοφορικού συστήματος διεισδύουν σε όλα τα όργανα του σώματος», εξηγεί η Εύη Σαμόλη, καθηγήτρια Επιδημιολογίας και Ιατρικής Στατιστικής της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ, σημειώνοντας κι εκείνη τη σημασία της προστασίας με μάσκα για όλους όσοι ασχολούνται με χειρωνακτικές εργασίες σε κήπους, είτε το κάνουν επαγγελματικά είτε όχι.
Οπωσδήποτε η φυσική σκόνη και το χώμα αποτελούν πηγή αιωρούμενων σωματιδίων, ωστόσο δεν είναι οι βασικές πηγές ατμοσφαιρικής ρύπανσης στην Αθήνα. Η κύρια πηγή είναι η αστική κυκλοφορία.
Πάντως, όπως τονίζει στην «Κ», οι φυσητήρες σε μια πόλη όπως η Αθήνα δεν αποτελούν πρωτεύον ζήτημα για τη δημόσια υγεία και οπωσδήποτε η μεταφορά των ίδιων αυστηρών μέτρων από την Ελβετία στην Ελλάδα δεν αποτελεί προτεραιότητα. Αλλωστε, η βιβλιογραφία είναι ακόμη περιορισμένη και στην Αττική οι πηγές ρύπανσης είναι διαφορετικές, αναφέρει.
«Οπωσδήποτε η φυσική σκόνη και το χώμα αποτελούν μία πηγή αιωρούμενων σωματιδίων, ωστόσο δεν είναι οι βασικές πηγές ατμοσφαιρικής ρύπανσης στην Αθήνα. Η κύρια πηγή είναι η αστική κυκλοφορία. Η προτεραιότητα θα πρέπει να δοθεί από την πολιτεία σε μέτρα περιορισμού της έκθεσης στη ρύπανση από την κυκλοφοριακή κίνηση. Και αυτό μπορεί να γίνει προσφέροντας στον πολίτη τη δυνατότητα να μετακινηθεί έγκαιρα και με ασφάλεια με σύγχρονα μέσα μεταφοράς, ώστε να μπορέσει να αφήσει στην άκρη το αυτοκίνητο».
Στο ίδιο μήκος κύματος είναι και ο καθηγητής Νίκος Μιχαλόπουλος, ο οποίος θεωρεί ότι μπροστά στα σοβαρά ατμοσφαιρικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν τα μεγάλα αστικά κέντρα η χρήση αυτών των μηχανημάτων είναι «σταγόνα στον ωκεανό».
«Ιδιαίτερα, όσον αφορά τον θόρυβο, σε πόλεις όπως η Ζυρίχη που έχουν αλλάξει τα αυτοκίνητά τους σε ηλεκτρικά είναι λογικό ο δυνατός ήχος από ένα τέτοιο μηχάνημα να ξεχωρίζει και να ενοχλεί. Σε μια πολύβουη πόλη, όμως, όπως η Αθήνα, ένας τέτοιος ήχος… καταφέρνει να ενσωματωθεί», σχολιάζει.
Βίκυ Κατεχάκη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου