Καλπάζει η στεγαστική κρίση στη χώρα, η οποία αποτελεί την καθημερινότητα χιλιάδων ενοικιαστών στην Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη και σε τουριστικές περιοχές, όπου τα ενοίκια έχουν εκτοξευθεί τόσο πολύ ώστε πολλοί αδυνατούν να τα πληρώσουν. «Πολύ φοβάμαι ότι θα δούμε μια νέα γενιά αστέγων», προειδοποιεί ο Άγγελος Σκιαδάς, πρόεδρος του (Πανελλήνιου Συλλόγου Προστασίας Ενοικιαστών) ΠΑ.ΣΥ.Π.Ε., καθώς οι νομοθετικές παρεμβάσεις όχι μόνο δεν ανακουφίζουν, αλλά επιδεινώνουν την κατάσταση.
Ειδικότερα, όπως τονίζει ο κ. Σκιαδάς στο ThessPost.gr, την τελευταία πενταετία τα ενοίκια έχουν διπλασιαστεί, σε σημείο που ο μέσος ενοικιαστής δεν μπορεί να ανταπεξέλθει. «Είμαστε η πρώτη χώρα στην Ευρώπη με τη μεγαλύτερη αναλογία εισοδήματος – ενοικίου. Στην Ελλάδα δηλαδή χρειάζεται να καταναλώνουμε ένα μεγάλο ποσοστό του εισοδήματος μας στο ενοίκιο, από ό,τι στην υπόλοιπη Ευρώπη», τονίζει.
Η «χαριστική βολή» της κυβέρνησης στους ενοικιαστές
Μάλιστα, όπως υπογραμμίζει ο ίδιος, η στεγαστική κρίση στην Ελλάδα δεν περιορίζεται μόνο στις εξωφρενικές αυξήσεις των ενοικίων, αλλά και στην έλλειψη στήριξης από το κράτος. Παρότι ανακοινώνονται μέτρα ανακούφισης, οι πρόσφατες νομοθετικές παρεμβάσεις δεν προσφέρουν ουσιαστική βοήθεια.
«Στην Ελλάδα οι ενοικιαστές έχουν λιγότερη προστασία και στήριξη από το κράτος σε σχέση με άλλες χώρες της Ευρώπης. Ουσιαστικά στην Ελλάδα πλέον δεν υπάρχει καμία προστασία και καμία στήριξη από το κράτος. Μάλιστα, ενώ έχουμε μεγάλη στεγαστική κρίση, έρχεται η κυβέρνηση με δυο διατάξεις να δώσει τη χαριστική βολή στους ενοικιαστές», τονίζει ο κ. Σκιαδάς.
Η πρώτη διάταξη αφορά τη «διαταγή απόδοσης μισθίου», που ψηφίστηκε τον Ιούλιο του 2025. Σύμφωνα με αυτήν, με τη λήξη του μισθωτηρίου ο ιδιοκτήτης θα μπορεί να απομακρύνει τον ενοικιαστή χωρίς να χρειαστεί να περάσει από δίκη. «Η διαδικασία θα είναι τυπική και γρήγορη, μέσα σε δύο μήνες, αδιαφορώντας για τις πραγματικές ανάγκες του ενοικιαστή ή τα πιθανά προβλήματα υγείας που μπορεί να αντιμετωπίζει. Δεν θα μπορεί να πάει στο φυσικό δικαστή για να λάβει μια προθεσμία. Αυτό θα δημιουργήσει πολύ σοβαρά προβλήματα και στο μέλλον», εξηγεί ο ίδιος.
Η δεύτερη διάταξη εισάγει το πιστοποιητικό φερεγγυότητας, που θα τεθεί σε ισχύ τον επόμενο χρόνο. Στην πράξη, οι ενοικιαστές θα «φακελώνονται» για τυχόν χρέη προς το Δημόσιο ή τις τράπεζες, με αποτέλεσμα πολλοί να απορρίπτονται εξ αρχής από τους ιδιοκτήτες ή να καλούνται να πληρώσουν εξωφρενικά ενοίκια και προκαταβολές οκτώ ή και δέκα μηνών. «Είναι ρατσιστικό και προσβάλλονται τα προσωπικά δεδομένα. Αν κάποιος έχει χρέη, για παράδειγμα στο Δημόσιο, δεν σημαίνει ότι δεν θα είναι συνεπής στην πληρωμή του ενοικίου του», σημειώνει. Οι δύο αυτές ρυθμίσεις δεν δείχνουν να αντιμετωπίζουν την κρίση και ο πρόεδρος του Συλλόγου προειδοποιεί ότι «από τον επόμενο χρόνο θα δημιουργηθούν νέα προβλήματα με αυτές τις δυο απαράδεκτες διατάξεις».
«Δώρον άδωρον η επιστροφή ενοικίου»
Όσον αφορά στο μέτρο που παρουσιάστηκε ως «ανάσα» για τους ενοικιαστές από την κυβέρνηση, την επιστροφή ενός ενοικίου, ο κ. Σκιαδάς εξηγεί ότι δεν προσδίδει καμία οικονομική βοήθεια χαρακτηρίζοντας το «δώρον άδωρον». Όπως ανέλυσε «η επιστροφή του ενός ενοικίου δεν πρόκειται να αποδώσει, γιατί ο μέσος όρος δηλωμένων μισθωμάτων είναι 255 ευρώ. Όταν ξέρουμε ότι τα ενοίκια έχουν φτάσει τα 800 και 1.000 ευρώ. Οπότε, επειδή αυτό το ενοίκιο θα επιστρέφεται με βάση το δηλωμένο μίσθωμα και όχι το πραγματικό, θα είναι ένα πολύ μικρό ποσό για τον ενοικιαστή που δεν θα τον βοηθήσει πουθενά», προσθέτοντας πως «η κυβέρνηση πρέπει να λάβει άμεσα μέτρα. Τα μέτρα που ανακοινώνει ανά διαστήματα δεν έχουν αποδώσει και είναι μακροπρόθεσμα».
Απεγνωσμένοι ενοικιαστές
Οι συνεχείς αυξήσεις στα ενοίκια συρρικνώνουν ακόμη περισσότερο την τσέπη του κάθε ενοικιαστή, είτε ζει μόνος, είτε με την οικογένειά του. Πολίτες παλεύουν να πληρώσουν ενοίκια τα οποία σε μερικές περιπτώσεις αγγίζουν ή υπερβαίνουν τον βασικό μισθό της χώρας. «Τα υψηλά ενοίκια έχουν φτάσει τους ενοικιαστές να στερούνται άλλα βασικά αγαθά από τη ζωή τους, να υποβαθμίζουν σε μεγάλο ποσοστό την ποιότητα της ζωής τους, για να μπορούν να ανταπεξέλθουν στο ενοίκιο», διαπιστώνει ο κ. Σκιαδάς.
Τα επόμενα χρόνια, αν δεν ληφθούν άμεσα ουσιαστικά μέτρα ανακούφισης, προβλέπεται ότι το πρόβλημα θα διογκωθεί με ανησυχητικές διαστάσεις. «Πιστεύουμε ότι αν δεν ληφθούν κάποια άμεσα μέτρα από την κυβέρνηση θα συνεχίζουν τα ενοίκια να αυξάνονται και πλέον θα υποβαθμιστεί τόσο πολύ το επίπεδο ζωής των ενοικιαστών που θα αναγκάζονται να περιορίζονται σε πολύ λίγα τετραγωνικά μέτρα ακόμη και πολυμελείς οικογένειες. Πολύ φοβάμαι ότι θα δούμε μια νέα γενιά αστέγων. Και φυσικά δεν ξέρουμε που μπορούν να οδηγήσουν όλες αυτές οι καταστάσεις, γιατί όταν ένας άνθρωπος φτάνει σε απόγνωση κανείς δεν γνωρίζει πως μπορεί να αντιδράσει».
Στα γραφεία του συλλόγου, αλλά και στο τηλεφωνικό κέντρο του, ενοικιαστές εκφράζουν την απόγνωσή τους, καταγγέλλοντας αυθαίρετες αυξήσεις και εξώσεις, ενώ δεν λείπουν οι περιπτώσεις όπου οι ιδιοκτήτες ζητούν διπλασιασμό του μισθώματος από τη μία μέρα στην άλλη.
«Έχουμε περιπτώσεις που οι ιδιοκτήτες ζητάνε ακόμη και τον διπλασιασμό του ενοικίου. Δηλαδή μπορεί για ένα σπίτι 60 τ.μ. των 400 ευρώ οι ιδιοκτήτες να ζητάνε 800 ευρώ. Οι ενοικιαστές γνωρίζουν ότι αν δεν υποκύψουν στον εκβιασμό και βγουν στην αγορά για να ψάχνουν άλλο σπίτι, δεν θα βρουν. Αναγκάζονται λοιπόν να υποκύψουν με το σκεπτικό ‘’βλέποντας και κάνοντας’’», λέει ο κ. Σκιαδάς.
Μια λύση από το παρελθόν
Ο Σύλλογος Προστασίας Ενοικιαστών είναι εν δράσει από το 1976. Ο κ. Σκιαδάς από τη πλευρά του παρακολουθεί το στεγαστικό θέμα της χώρας πολλά χρόνια και θυμάται ότι δεν είναι πρώτη φορά που η Ελλάδα έρχεται αντιμέτωπη με το πρόβλημα της ιλιγγιώδους αύξησης των ενοικίων.
«Τα πράγματα έχουν δυσκολέψει αρκετά. Αντίστοιχες καταστάσεις είχαμε ζήσει τη δεκαετία του 1990 έως και λίγο πριν το 2000. Η τότε κυβέρνηση όμως επέβαλε έναν νόμο όσον αφορά το ανώτατο επιτρεπόμενο μίσθωμα, όπου δεν μπορούσε να εκμισθωθεί κάποιο ακίνητο πάνω από ένα μίσθωμα το οποίο προέκυπτε από κάποιους συντελεστές (τιμή ζώνης, παλαιότητα, θέση του ακινήτου). Για κάποια χρόνια είχε μπει λοιπόν ένας περιορισμός, ο οποίος λειτούργησε μέχρι που ήρθε μια εξισορρόπηση», αναφέρει.
Η πρόταση του ΠΑ.ΣΥ.ΠΕ. είναι η επαναφορά ενός αντίστοιχου μέτρου. «Εμείς λέμε ότι αυτό πρέπει να γίνει και τώρα. Για ένα διάστημα τριών – τεσσάρων ετών, μέχρι να επέλθει η ισορροπία, να μπει ένας περιορισμός», ξεκαθαρίζει ο κ. Σκιαδάς.
